22 Ιουνίου 2017

Η Ηριάννα θα μπορούσε να έιναι ο καθένας από εμάς!



Το τελευταίο διάστημα, τα βλέμματα όλων έχουν στραφεί στην υπόθεση της Ηριάννας, μίας υπόθεσης κατασκευασμένης και έντεχνα σκηνοθετημένης που έχει έρθει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της «κοινής γνώμης», και κυρίως του Πανεπιστημιακού κόσμου. Η Ηριάννα, πρώην φοιτήτρια και νυν υποψήφια διδάκτωρ της σχολής μας, καταδικάστηκε σε 13 χρόνια κάθειρξη με την γνωστή παλιά συνταγή περί μέλους «τρομοκρατικής οργάνωσης» (τον διαβόητο «τρομονόμο» που έτσι και αλλιώς ποινικοποιεί ακόμα και την υποψία συμμετοχής σε «τρομοκρατικές οργανώσεις», ακόμα και όταν δεν υπάρχουν συγκεκριμένες πράξεις που να έχουν τελεστεί από τον κατηγορούμενο) και συγκεκριμένα στην εν προκειμένω περίπτωση ως μέλος της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς.
Τα τόσο εμφανώς αστήριχτα στοιχεία που θεμελίωσαν την δικαστική απόφαση χωρίς κανέναν μάρτυρα, είναι ένα μερικό δείγμα DNA το οποίο, όταν ζητήθηκε για επανέλεγχο, η αστυνομία απάντησε ότι “τελείωσε”. Είναι χαρακτηριστικό ότι πάγια κρίνεται από τα δικαστήρια ότι τέτοια «αποδεικτικά στοιχεία» δεν επαρκούν για να τεκμηριώσουν την ενοχή του κατηγορουμένου, στην περίπτωση όμως της Ηριάννας, φαίνεται ότι αρκούσαν! Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι δεν της αναγνωρίστηκε κανένα ελαφρυντικό και ότι της επιβλήθηκε ποινή χωρίς αναστολή, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί κατευθείαν στις φυλακές, αντί να αφεθεί ελεύθερη μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσής της στο εφετείο. Κυρίως όμως, η «κατηγορία» που στοιχειοθέτησε την καταδίκη της Ηριάννας είναι η σχέση της με τον σύντροφό της που υπήρξε ύποπτος ως μέλος των Πυρήνων της Φωτιάς, ο οποίος όμως αθωώθηκε αμετάκλητα από δίκη! Πρόκειται για ξεκάθαρη ποινικοποίηση των κοινωνικών σχέσεων ενός ανθρώπου και αυτό, όπως και το γεγονός ότι οι δικαστικές αρχές προφανώς επιχειρούν να καταστήσουν την Ηριάννα «παράδειγμα» για τη διάχυση της τρομοκρατίας και της καταστολής, είναι το στοιχείο που καθιστά την υπόθεση της Ηριάννας υπόθεση όλων μας. 
Η Ηριάννα, που «εν μία νυκτί» στερήθηκε την ελευθερία της, στα πλαίσια ενός καθεστώτος νόμιμης τρομοκρατίας (τον «τρομονόμο», τον οποίο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δεν κατήργησε, όπως είχε δήθεν δεσμευθεί, αλλά επιχειρεί μάλιστα και να τον ενισχύσει) χωρίς ενοχοποιητικά στοιχεία, συμβολίζει την καταστολή και την εγκληματοποίηση των ιδεών, του φρονήματος, των ελευθεριών, των δικαιωμάτων και των κοινωνικών σχέσεων και δεσμών, και υπενθυμίζει ότι για την δικαιοσύνη όλοι είμαστε ένοχοι, όχι γιατί κάτι κάναμε, αλλά γιατί πιστεύουμε σε κάτι, ή ακόμα, όπως στην περίπτωση της Ηριάννας, γιατί ..γνωρίζουμε κάποιους, ενώ οι αποδείξεις και τα στοιχεία είναι πολυτέλεια.
Δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται, στο όνομα της τρομοϋστερίας, να στοιχειοθετηθεί ότι οποιοσδήποτε είναι εν δυνάμει ύποπτος ή ακόμα και ένοχος. Ούτε είναι η πρώτη φορά που η «ανεξάρτητη δικαιοσύνη» παραβιάζει κατάφωρα και πετάει στον κάλαθο των αχρήστων κάθε έννοια ατομικού δικαιώματος ή δικονομικών εγγυήσεων σε υποθέσεις που σχετίζονται με την υποτιθέμενη «τρομοκρατία», και όχι μόνο. Όμως, η ποινικοποίηση των σχέσεων και οι κατάφωρες παραβιάσεις είναι, αυτή τη φορά, πρωτοφανείς.
Η υπόθεση της Ηριάννας με ό,τι αυτή σηματοδοτεί πρέπει να μας κατακλύζει από οργή, ακριβώς γιατί αν δεν αντισταθούμε συλλογικά σε αυτήν την κατάφωρη αδικία, αυτό το περιστατικό θα γίνει η αρχή ενός νέου κανόνα, όπου ο καθένας θα μπορεί να βρεθεί στο διπλανό κελί από την Ηριάννα λόγω «κακών» συναναστροφών.

ΥΓ Στα πλαίσια ευρύτερης κινητοποίσης των Φοιτητικών συλλόγων για την Ηριάννα και εν όψει της αίτησης αναστολής της απόφασης του δικαστηρίου, μια σειρά από σχολές πήραν αποφάσεις στήριξης, που έχουν βαρύνουσα σημασία για το δικαστήριο. Όπως είναι λογικό, είναι καθοριστικό να υπάρχει απόφαση και της ίδιας της σχολής της Ηριάννας, δηλαδή την δική μας! Ωστόσο, στο διοικητικό συμβούλιο που καλέσαμε για να παρθεί απόφαση η ΠΚΣ είχε διαφορετική γνώμη…Η στάση της ΠΚΣ να μην υπογράψει το ψήφισμα στήριξης για την Ηριάννα με τις χυδαίες δικαιολογίες τύπου «δεν είδα, δεν άκουσα» λέγοντας ότι δεν έχουν αρκετές πληροφορίες για την εν λόγω υπόθεση και δεν μπορούν να πάρουν την ευθύνη να το υποστηρίξουν. Και όλα αυτά, την ίδια στιγμή που μια σειρά από μαζικούς φορείς (φοιτητικοί σύλλογοι, πανεπιστημιακοί και πολλοί άλλοι), αλλά ακόμα και ορισμένα από τα μέσα ενημέρωσης, έχουν αναδείξει την υπόθεση, ακριβώς γιατί η έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων είναι πρωτοφανώς κραυγαλέα. Απ’ ότι φαίνεται, μόνο η ΠΚΣ «δεν γνωρίζει».